xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Πατριαρχικὸς ἀφορισμὸς τῶν ὀπαδῶν τοῦ φιλιόκβε

Πατριαρχικὸς ἀφορισμὸς τῶν ὀπαδῶν τοῦ φιλιόκβε

Εἰσαγωγικά



῾Ο ἅγιος Φώτιος ὁ μέγας διετέλεσε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δύο φορές, κατὰ τὰ ἔτη 858-867 καὶ 878-886. Τὸ 867, προκειμένου νὰ συγκαλέσῃ μεγάλη σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολι, στέλνει ἐγκύκλιο ἐπιστολὴ στοὺς πατριάρχες τῆς ᾿Ανατολῆς, ὅπου ἀναφέρει τὰ σημαντικὰ θέματα ποὺ ἀντιμετώπιζε τότε ἡ ᾿Εκκλη­σία, καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα συγκαλεῖται ἡ σύνοδος. ᾿Ανάμεσα στὰ θέματα ἦταν καὶ ἡ πλάνη τοῦ φιλιόκβε (filioque), τὴν ὁποία γιὰ πρώτη φορὰ δίδαξαν δημοσίως τότε δυτικοὶ ἐπίσκοποι στὴν Βουλγαρία, οἱ ὁποῖοι ἀντικανονικῶς εἰσπήδησαν ἐκεῖ γιὰ ἱεραποστολή, ἐνῷ οἱ Βούλγαροι εἶχαν ἤδη πρὸ διετίας δεχθῆ τὸν χριστια­νισμὸ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι.
῾Η ἐπιστολὴ αὐτὴ τοῦ Φωτίου εἶναι σημαντικώτατη, διότι εἶναι τὸ ἀρχαι­ότερο μνημεῖο ὅπου ἀναφέρεται καὶ ἀνασκευάζεται τὸ φιλιόκβε, σὲ ἐποχὴ ποὺ ἀκόμη τὸ πατριαρχεῖο τῆς ῾Ρώμης ἦταν ἑνωμένο μὲ τὴν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν εἶχε ἀποδεχθῆ ἐπισήμως αὐτὴν τὴν πλάνη. ῾Ο Φώτιος ἐξηγεῖ τὴν σοβαρό­τητα καὶ τὸ μέγεθος τοῦ κινδύνου, ποὺ ἀλλοιώνει θεμελιωδῶς τὴν χριστιανικὴ Πί­στι καὶ ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σὲ ἵδρυσι ἄλλου θρησκεύματος. Τονίζει πολλὲς φο­ρὲς ὅτι ὅποιος δέχεται τὸ φιλιόκβε δὲν εἶναι πλέον Χριστιανός. Τὰ ἐπιχειρήματά του εἶναι δυνατά, ἡ θεολογία του χριστιανικώτατη καὶ θεοφώτιστη, ἡ καταδίκη τῆς πλάνης ῥωμαλέα καὶ σαφής, περιγράφει δὲ μὲ καταπληκτικὴ διορατικότητα ποιά θὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα, ἂν τυχὸν αὐξηθῇ αὐτὴ ἡ αἱρετικὴ διδασκαλία. Δυστυχῶς μὲ τὴν πάροδο τῶν αἰώνων δικαιώθηκε πλήρως. Ἂν ἡ ᾿Εκκλησία εἶχε κατανοήσει ἀπὸ τότε καὶ ἂν εἶχε ἀποδεχθῆ πλήρως τοὺς λόγους τοῦ μεγάλου Φωτίου καὶ ἂν εἶχε ἀντιμετωπίσει τὸν κίνδυνο ἐφαρμόζοντας τὶς συστάσεις του, σήμερα ἀσφαλῶς τὰ πράγματα θὰ ἦταν πολὺ διαφορετικά, καὶ ἡ ᾿Εκκλησία θὰ ἦταν σωστότερη, ὀρθοδοξότερη, καὶ ἁγιώτερη.
Μετὰ τὴν παρέλευσι 1150 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ ἐκείνη, ἡ διδασκαλία τοῦ Φωτίου σήμερα (2016) εἶναι περισσότερο ἐπίκαιρη ἀπὸ ποτέ. Γι᾿ αὐτὸ παρουσιάζονται ἐδῶ σὲ νεοελληνικὴ μετάφρασι κάποια κύρια σημεῖα τῆς ἐπιστο­λῆς, στὰ ὁποῖα ἐπισημαίνεται καὶ ἀνασκευάζεται ἡ πλάνη τοῦ φιλιόκβε. ῾Η μετά­φρασι βεβαίως δὲν ἔχει ἀξιώσεις πληρότητος, καθόσον ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Φωτίου εἶ­ναι ἐκτενής, ἡ γλῶσσά του ἀρχαΐζουσα καὶ πολὺ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, τὰ δὲ ἐκφρα­ζόμενα νοήματα πυκνὰ καὶ πνευματικώτατα. Γι᾿ αὐτὸ θὰ προτιμοῦσα νὰ μποροῦ­σε ἡ πλειοψηφία τῶν ἀναγνωστῶν νὰ προσεγγίσῃ ἀπευθείας τὸ πρωτότυπο,που υπάρχει στο τέλος της ανάρτυσης , ολόκληρο το προτότυπο της επιστολής του ΜΕΓΑΛΟΥ ΦΩΤΙΟΥ

Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης
δρ φιλοσοφικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν,
πτυχιοῦχος κοινωνικῆς θεολογίας
 symbole.gr

 Ἐγκύκλιος ἐπιστολὴ Φωτίου τοῦ μεγάλου
πρὸς τοὺς τῆς Ἀνατολῆς ἀρχιερατικοὺς θρόνους
(867)

(᾿Αποσπάσματα)

[10] ... ᾿Αλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ὅσα ἄτοπα ἐπισημάνθηκαν, ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Σύμβολον (τῆς Πίστεως), τὸ ὁποῖο σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς συνοδικὲς καὶ οἰκουμενικὲς ἀποφάσεις ἔχει ἀκαταμάχητη ἰσχύ, ἐπιχείρησαν νὰ τὸ παραχαράξουν μὲ νόθους συλλογισμοὺς καὶ πα­ρείσακτες λέξεις καὶ μὲ ὑπερβολικὸ θράσος —τί σκαρφίζεται ὁ πονη­ρός!—, καὶ διεκήρυξαν δημοσίως μάλιστα ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον δὲν ἐκπορεύεται μόνον ἐκ τοῦ Πατρὸς ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῦΥἱοῦ (= φιλιόκβε).
[11] Ποιός ἄκουσε ποτὲ νὰ τολμήσουν οἱ μέχρι τώρα ἀσεβεῖς νὰ ξε­στομίσουν τέτοια λόγια;Ποιό φίδι κουλουριασμένο στὰ μυαλὰ ἐκεί­νων τὸ διαλάλησε αὐτό; Ποιός Χριστιανὸς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνεχθῇ ἔστω κι ἐλάχιστα νὰ εἰσάγουν δύο αἴτια στὴν ἁγία Τριάδα, γιὰ μὲν τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Πνεῦμα (ὡς αἴτιο) τὸν Πατέρα, γιὰ δὲ τὸ Πνεῦμα (ὡς αἴτιο) πάλι τὸν Υἱό, καὶ ἔτσι νὰ διαλύουν τὴν μοναρχία σὲ διθεΐα καὶ τὴν χριστιανικὴ θεολογία νὰ τὴν κατακρεουργοῦν ἐξισώνοντάς την μὲ τὴν εἰδωλολατρικὴ μυθολογία καὶ νὰ ἐξυβρίζουν τὸ ἀξίωμα τῆς ὑ­περουσίου καὶ μοναρχικῆς Τριάδος;
[12] Καὶ ἄλλωστε γιατί θὰ ἔπρεπε τὸ Πνεῦμα νὰ ἐκπορευθῇ καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ; ᾿Εὰν πράγματι ἡ ἐκπόρευσι ἐκ τοῦ Πατρὸς εἶναι τέλεια (καὶ εἶναι τέλεια, διότι εἶναι Θεὸς τέλειος ἀπὸ Θεὸ τέλειο), τί εἶναι ἡ ἐκπό­ρευσι ἐκ τοῦ Υἱοῦ; καὶ γιατί (νὰ γίνῃ); ᾿Ασφαλῶς αὐτὸ θὰ ἦταν περιτ­τὸ καὶ μάταιο.
[13] ᾿Επιπλέον δέ, ἐὰν ἐκπορεύεται τὸ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Υἱοῦ ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐκ τοῦ Πατρός, γιατί καὶ ὁ Υἱὸς νὰ μὴ γεννᾶται ἐκ τοῦ Πνεύματος ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐκ τοῦ Πατρός; Καὶ ἔτσι γιὰ τοὺς ἀσε­βεῖς ὅλα νὰ γίνουν ἀσεβῆ, καὶ οἱ γνῶμες καὶ τὰ λόγια, καὶ τίποτε (ἀσε­βὲς) νὰ μὴν παραμείνῃ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ νὰ μὴν τὸ τολμήσουν (νὰ σκε­φτοῦν καὶ νὰ ποῦν). [...]
[15] Ἄλλωστε ἐὰν ὅλα τὰ κοινὰ ἰδιώματα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ ὑπάρχουν πράγματι κοινὰ καὶ γιὰ τὸ Πνεῦμα, ὅπως τὸ θεός, τὸ βασι­λεύς, τὸ δημιουργός, τὸ παντοκράτωρ, τὸ ὑπερούσιο, ἡ ἁπλότης, τὸ ἀ­σχημάτιστο, τὸ ἀσώματο, τὸ ἀόρατο, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα γενικῶς, καὶ ἐὰν εἶναι κοινὸ ἰδίωμα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ ἡ ἐξ αὐτῶν προέλευσι τοῦ Πνεύματος, τότε συνεπάγεται ὅτι τὸ Πνεῦμα θὰ ἐκπορεύεται καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του· ἑπομένως αὐτὸ τὸ ἴδιο θὰ εἶναι ἀρχὴ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ θὰ εἶναι συνάμα καὶ αἴτιον καὶ αἰτιατόν (= καὶ αἴτιο καὶ ἀποτέλε­σμα)κάτι ποὺ βεβαίως ξεπερνάει σὲ φαντασιοπληξία ἀκόμη καὶ τοὺς εἰδωλολατρικοὺς μύθους! ᾿Αλλὰ καὶ ἂν θὰ ἰσχύῃ μόνον γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ νὰ ἔχῃ τὴν ἀναφορά του σὲ διαφορετικὲς ἀρχές, πῶς αὐτὸ δὲν θὰ σημαίνῃ ὅτι μόνον στὸ Πνεῦμα θὰ ἀνήκει τὸ νὰ ἔχῃπολύαρχον ἀρχήν;
[16] ᾿Επιπλέον, ἂν σὲ ὅσα ἰδιώματα ἐφηῦραν αὐτοί, ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς ἔχουν κοινωνία, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ διαχωρίζουν ἀπὸ αὐτά –καὶ ὁ Πατὴρ ἔχει ἀπόλυτη κοινωνία μὲ τὸν Υἱὸ ὡς πρὸς τὴν οὐσία ἐκτὸς ἀπὸ κάποιο ἰδίωμα–, ἑπομένως περιορίζουν τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὴν κατ᾿ οὐσίαν συγγένεια.
Καταλαβαίνεις ὅτι αὐτοὶ ματαίως ὀνομάζουν τοὺς ἑαυτούς των μὲ τὸ ὄνομα τῶν Χριστιανῶν, ἢ μᾶλλον ὅτι τὸ κάνουν γιὰ νὰ συλ­λαμβάνουν εὔκολα τοὺς πολλούς;
«᾿Εκπορεύεται τὸ Πνεῦμα ἐκ τοῦ Υἱοῦ». ᾿Απὸ ποῦ τὸ ἔμαθες αὐτό; ᾿Απὸ ποιούς εὐαγγελιστὲς ἔχεις αὐτὸν τὸν λόγο; ᾿Απὸ ποιά σύνοδο αὐτὸ τὸ βλάσφημο ῥητό; ῾Ο Κύριος καὶ Θεός μας λέγει·«Τὸ Πνεῦμα, ὃ παρὰ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται». ᾿Ενῷ οἱ πατέρες αὐτῆς τῆς καινούργιας δυσσέβειας λέγουν· «Τὸ Πνεῦμα, ὃ παρὰ τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύεται»!
Ποιός δὲν θὰ κλείσῃ τ᾿ αὐτιά του μπροστὰ σ᾿ αὐτὴν τὴν ὑπερβολικὴ βλασφημία; Αὐτὴ ὀρθώνεται ἐναντίον τῶν εὐαγγελίων, στέκεται ἀντίθε­τα πρὸς τὶς ἅγιες συνόδους, ἀκυρώνει τοὺς μακαρίους καὶ ἁγίους πατέ­ρες... ᾿Εναντίον ὅλων μαζὶ τῶν ἁγίων προφητῶν, ἀποστόλων, ἱεραρχῶν, μαρτύρων, ἀκόμη καὶ ἐναντίον αὐτῶν τῶν δεσποτικῶν λόγων αὐτὴ ἡ βλάσφημος καὶ θεομάχος φωνὴ ἐξοπλίζεται. [...]
[18] ᾿Επίσης πέρα ἀπὸ ὅσα ἐλέχθησαν, ἐὰν μὲν ὁ Υἱὸς γεννᾶται ἐκ τοῦ Πατρός, τὸ δὲ Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ἐφόσον ἀναφέρεται σὲ δύο αἰτίες, δὲν θὰ μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι σύνθε­το.
[19] Καὶ ἐπίσης, ἂν ὁ Υἱὸς γεννᾶται ἐκ τοῦ Πατρός, τὸ δὲ Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ποιά εἶναι ἡ καινοτομία τοῦ Πνεύματος; μήπως ὅτι καὶ κάτι ἄλλο ἐκπορεύεται ἀπὸ αὐτό; Ἑπομένως ἀπὸ τὴν θεωρία ἐκείνων τῶν θεομάχων βγαίνει τὸ συμπέρασμα ὅτι δὲν εἶναι τρεῖς, ἀλλὰ τέσσερις οἱ ὑποστάσεις (τοῦ Θεοῦ), μᾶλλον δὲ ἄπει­ρες, ἀφοῦ κατ᾿ αὐτοὺς ἡ τέταρτη προβάλλει ἄλλη (ὑπόστασι), καὶ ἐκεί­νη πάλιν ἄλλη, μέχρι νὰ ξεπέσουν στὴν ἀπειράριθμη πολυθεΐα τῶν εἰδωλολατρῶν. [...]
[24] Αὐτὴν τὴν ἀσέβεια ἐκεῖνοι οἱ ἐπίσκοποι τοῦ σκότους (διότι τὸν τίτλο τοῦ ἐπισκόπου ἀπέδιδαν στοὺς ἑαυτούς των) ἐνέσπειραν στὸ ἔθνος τῶν Βουλγάρων μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀθέμιτα(διδάγματα). […]
[25] Λοιπὸν τοὺς νέους προδρόμους τῆς ἀποστασίας, τοὺς ὑπηρέ­τες τοῦ ἀντικειμένου (= τοῦ διαβόλου)τοὺς ἐνόχους μυρίων θανά­των, τοὺς δημόσιους διαφθορεῖς, αὐτοὺς ποὺ κατασπάραξαν τὸ ἁπα­λὸ ἐκεῖνο καὶ νεοσύστατο στὴν εὐσέβεια ἔθνος μὲ τόσο πολλὲς καὶ τόσο μεγάλες διαιρέσεις, αὐτοὺς τοὺς ἀπατεῶνες καὶ θεομάχους τοὺς κα­ταδικάσαμε μὲ συνοδικὴ καὶ θεία ἀπόφασι, ὄχι καθορίζοντας τώρα γιὰ πρώτη φορὰ τὴν καταδίκη τους, ἀλλὰ ἁπλῶς φέρνοντας στὸ φῶς τὴν προωρισμένη γι᾿ αὐτοὺς ἀπόφασι ἀπὸ τὶς μέχρι τώρα συνόδους καὶ τοὺς ἀποστολικοὺς θεσμοὺς καὶ κοινοποιῶντάς την σὲ ὅλους. [...]
[26] Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς αὐτούς, ἐπειδὴ ἐπιμένουν στὴν πολύπλο­κη πλάνη τους, τοὺς ἔχουμε ἀφορίσει ἀπὸ ὅλη τὴν ᾿Εκκλησία τῶν Χριστιανῶν. [...]
[30] ... καὶ σᾶς παρακινοῦμε καὶ σᾶς παρακαλοῦμε νὰ γίνετε πρό­θυμοι συναγωνιστὲς μαζί μας στὴν καθαίρεσι αὐτῶν τῶν δυσσεβῶν καὶ ἀθέων κεφαλῶν (= αἱρετικῶν ἐπισκόπων)· καὶ νὰ μὴν ἐγκαταλεί­ψετε τὴν πατροπαράδοτη τάξι, τὴν ὁποία οἱ πρόγονοι μὲ ὅσα ἔπραξαν σᾶς παρέδωσαν νὰ διατηρῆτε, ἀλλὰ μὲ πολλὴ σπουδὴ καὶ προθυμία νὰ ἐπιλέξετε καὶ νὰ στείλετε στὴν θέσι σας κάποιους τοποτηρητάς, ἄνδρες ποὺ θὰ σᾶς ἐκπροσωποῦν ἐπαξίως, κοσμημένους μὲ εὐσέβεια καὶ ἱερω­σύνη καὶ στὸν λόγο καὶ στὸν βίο, ὥστε τὴν νεοφανῆ γάγγραινα αὐτῆς τῆς ἀσέβειας (τοῦ φιλιόκβε), ποὺ ἐμφανίστηκε ὕπουλα, νὰ τὴν ἀπο­μακρύνουμε γιὰ πάντα ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία, καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐντελῶς τρελαμένοι ἐπιχείρησαν μία τόσο ἐκτεταμένη δεύτερη σπορά (ἀνα­χριστιανισμοῦ)γιὰ νὰ εἰσαγάγουν τὴν πονηρὴ πλάνη στὸ πρόσφατο καὶ νεοσύστατο ἔθνος, νὰ τοὺς ἀποσπάσουμε τραβῶντάς τους ἀπὸ τὶς ἴδιες τους τὶς ῥίζες, καὶ μὲ τὴν κοινή μας (συνοδικὴ) ἀπόφασι νὰ τοὺς παραδώσουμε στὸ πῦρ ἐκεῖνο, ποὺ ὑποδέχεται τοὺς καταραμέ­νους, ὅπως θεσπίζει ὁ λόγος τοῦ Κυρίου
 Κατὰ λατινικῶν δοξασιῶν
ἐπιστολὴ Φωτίου τοῦ μεγάλου (867)

γκύκλιος ἐπιστολ πρς τος τς νατολς ἀρχιερατικος θρόνους, ᾿Αλεξανδρείας φημὶ καὶ τῶν λοιπῶν, ἐν ᾖ περὶ κεφαλαίων τινῶν διάλυσιν πραγματεύεται· καὶ ὡς οὐ χρὴ λέγειν «ἐκ τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ» τὸ πνεῦμα προέρχετσθαι, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ πατρὸς μόνου.

[1] Οκ ν ρα, ς οικε, κόρος τ πονηρ τν κακν, οδέ τι τν φευρημάτων κα μηχανημάτων πέρας,  κατ το νθρωπίνου γένους ξ ρχς νακινενμελέτησεν· ἀλλ μυρίαις μν σαις πάταις πρ τς ν σαρκ το δεσπότου παρουσίας τν νθρωπον πηγάγετο ες λλοφύλους κα παρανόμουςποβουκολήσας πράξεις, ξ ν κα τν κατ᾿ ατο τυραν­νίδα κατ κράτος νεδήσατο· μυρίαις δ κα μετ τατα πλάναις κα δε­λεάσμασιν ποσκελίζειν κα παρασύρειν τος ατ πειθομένους ο διέλι­πεν. [2] ἐντεθεν Σίμωνες κα Μαρκίωνες, Μοντανοί τε κα Μάνητες, κα  ποικίλη κα πολύτροπος τν αρέσεων θεομαχία πλήθυνεν. ἐντεθεν ρειος κα Μακεδόνιος κα Νεστόριος Ετυχής τε κα Διόσκορος κα τλοιπν τς σεβείας σύνταγμα, καθ᾿ ν α γιαι κα οκουμενικα συνεκρο­τήθησανπτά σύνοδοι κα τν κατ τόπους ερν κα θεοφόρων νδρν συνελέγη τσυστήματα, τς πονηρς παραφυάδας τ μαχαίρ το πνεύ­ματος ατορρίζουςκθερίσαντες, κα καθαρν παρασκευάσαντες ναφυῆ­ναι τς ἐκκλησίας τ λήιον.
[3] Ἀλλ τούτων κ ποδῶν γεγενημένων κα σιγ κα λήθ παραδεδο­μένων, λπςγαθ κα βαθεα τος εσεβέσιν πετρέφετο, μ ν ποτε καινοτέρων δυσσεβημάτωνφευρετς γενέσθαι ν πσιν ος πείρασεν  πονηρός, ες τοναντίον ατ τν βουλευμάτων περιτραπέντων, μήτε μν τν δη κατάκρισιν συνοδικς δεδεγμένωνπερασπιστάς τινας κα προ­μάχους ναφανναι, τ καταστροφ κα τ πάθει τνρξάντων κα τν ες μίμησιν κείνων λθεν μελετώντων νακοπτομένων. καταύταις μν τας λπίσιν  εσεβς λογισμς πανεπαύετο. [4] μάλιστα δ κατ τν βασιλεύουσαν πόλιν, ν  πολλ θεο συνεργεί τν νελπίστων κατώρ­θωται, πολλαδ γλσσαι, τν προτέραν διαπτυσάμεναι μυσαρότητα, τν κοινν πάντων πλάστην κα δημιουργν μεθ᾿ μν μνεν διδάχθησαν, ὥς περ πό τινος ψηλο καμετεώρου χώρου τς τς ρθοδοξίας πηγς τς βασιλίδος ναδιδούσης κα καθαρ τς εσεβείας τ νάματα ες τ τς οκουμένης διαρρεούσης πέρατα, κα ποταμν δίκηνρδευούσης τος δόγμασι τς κεσε ψυχάς, αἵ τινες, χρόνος πολς ξ οὗ,καταξηρανθεσαι τος τς σεβείας  θελοθρησκείας πεκκαύμασι κα ες ρήμους κα γό­νους ποχερσωθεσαι, μως τν τς διδασκαλίας μβρον ποδεξάμενοι τΧριστο γεώργιον καρποφοροσιν νευθυνούμεναι.
[5] Κα γρ ο τν ρμενίαν οκοντες τ τν ἰακωβιτν νισχόμενοι δυσσεβήματι κα πρς τ ρθν τς εσεβείας παυθαδιαζόμενοι κήρυγμα, φ᾿ οὗ περ πολυάνθρωπος κείνη κα γία τν πατέρων μν κατ Χαλκηδόνα συνεκροτήθη σύνοδος, τν μετέρων εχν μν παμυνουσῶν, τν μακρν κείνην πλάνηνποθέσθαι νεδυναμώθησαν. κα λατρεύει σήμερον καθαρς κα ρθοδόξως  τνρμενίων λξις τν χριστιανν λατρείαν Ετυχ τε κα Σεβρον κα Διόσκορον κατος κατ τς εσεβεί­ας πετροβόλους Πέτρους κα τν λικαρνασέα ουλιανν καπσαν ατν τν πολύσπορον διασπορὰν ς  καθολικ ἐκκλησία μυσαττομένη καδεσμος λύτοις το ναθέματος ποβάλλουσα.
[6] λλά γε δ κα Βουλγάρων θνος βαρβαρικν κα μισόχριστον ες τοσαύτην μετέκλινεν μερότητα κα θεογνωσίαν, στε τν δαιμονίων κα πατρων κστάντεςργίων κα τς ἑλληνικς δεισιδαιμονίας ποσκευασά­μενοι τν πλάνην, ες τν τν χριστιανν παραδόξως μετενεκεντρίσθησαν πίστιν. ἀλλ᾿  πονηρς κα βασκάνου καθέου βουλς τε κα πράξεως! ἡ γρ τοιαύτη διήγησις, εαγγελίων οσα πόθεσις, ες κατήφειαν μετατί­θεται, τς εφροσύνης κα χαρς ες πένθος τραπείσης κα δάκρυα. οπω γρ κείνου το θνους οδ᾿ ες δύο νιαυτος τν ρθν τν χριστιανν τιμντος θρησκείαν, νδρες δυσσεβες κα ποτρόπαιοι (κα τί γρ οκ ν τις εσεβν τούτους ξονομάσειεν), νδρες κ σκότους ναδύντες (τς γρ σπερίου μοίραςπρχον γεννήματα), ομοι πς τ πόλοιπον κδιηγήσο­μαι! οτοι πρς τ νεοπαγς ες εσέβειαν κα νεοσύστατον θνος, ὥς περ κεραυνς  σεισμς  χαλάζης πλθος, μλλον δ οκειότερον επεν, ὥς περ γριος μονις μπηδήσαντες, τν μπελνα Κυρίου τν γαπημένον κα νεόφυτον κα ποσν κα ὀδοσιν, ἤ τοι τρίβοις ασχρς πολιτείας κα διαφθορ δογμάτων, τό γε ες τόλμαν κον τν ατν, κατανεμησάμενοι λυμήναντο. [7] ἀπ γρ τν ρθν κα καθαρν δογμάτων κα τς τν χριστιανν μωμήτου πίστεως παραφθείρειν τούτους κα ποσπν κατε­πανουργεύσαντο. κα πρτον μν ατος ἐκθέσμως ες τν τν σαββάτων νηστείαν μετέστησαν· οδε δ κα  μικρ τν παραδοθέντων θέτησις κα πρς λην τοδόγματος πιτρέψαι καταφρόνησιν· ἔπειτα δ τν τν νη­στειν πρώτην βδομάδα τςλλης νηστείας περικόψαντες, ες γαλακτο­ποσίας κα τυρο τροφν κα τν τνμοίων δηφαγίαν καθείλκυσαν. ντεθεν ατος τν δν τν παραβάσεωνμπλατύνοντες κα τς εθείας τρίβου κα βασιλικς διαστρέφοντες, κα δ κα τοςνθέσμ γάμ πρε­σβυτέρους διαπρέποντας, ο πολλς κόρας χωρς νδρὸς γυνακας δεικνύ­οντες, κα γυνακας παδας κτρεφούσας, ν οκ στιν πατέρας θεάσα­σθαι, οτοι τος ς ληθς Θεο ερες μυσάττεσθαί τε κα ποστρέφε­σθαι παρεσκεύασαν, τς Μάνου γεωργίας ν ατος τ σπέρματα κατα­σπείροντες κα ψυχς ρτι βλαστάνειν ρξαμένας τν σπόρον τς εσεβείας τ τν ζιζανίων πισπορλυμαινόμενοι.
[8] ᾿Αλλά γε δ κα τος π πρεσβυτέρων μύρ χρισθέντας ναμυρί­ζειν ατο οπεφρίκασιν, πισκόπους αυτος ναγορεύοντες κα τ τν πρεσβυτέρων χρσμαχρη­στον εναι κα ες μάτην πιτελεσθαι τερατευό­μενοι. ἆρ᾿ στιν ς τηλικαύ­τηνκο παρείληφεν νοιαν, ν κατατολμν ο παράφρονες οκ νάρκη­σαν, τος παξ μύρ χρισθέντας ναχρίοντες κα τ τν χριστιανν περ­φυ κα θεα μυστήρια ες λρον μακρν κα πλα­τν ξορχούμενοι γέλωτα; κα τό γε σοφν τν ς ληθςμυήτων, ο γρ ξεστι, φασίν, ερεσι τος τελουμένους μύρ γιάζειν· ρχιερεσι γρ μόνοις νομίσθη. [9] πόθεν  νόμος; τίς δ᾿  νομοθέτης; ποος τν ποστόλων; τν πατέρων δέ; ἀλλ τν συνόδων;  πο κα πότε συστσα; τίνων δ κρατήσασα ψή­φοις; οκ ξεστιν ερε μύρ τος βαπτιζομένους σφραγίζειν; οκον οὐ­δ βαπτίζειν λως οδ ερσθαι. ρα, να σοι μηδ μίτομος ερεὺς λλ᾿ λόκληρος, ες νίερον εη κλρον πεληλαμένος. ἱερουργε τ δεσποτικν σμα κα αμα Χριστο κα τος πάλαι μυσταγωγηθέντας δι᾿ ατν καθα­γιάζει· πς οχ γιάσει μύρ χρίων τος νν τελουμένους; βαπτίζει  ερεύς, καθάρσιον δρον τ βαπτιζομέν τελεσιουργν· πςς τελεσιουρ­γς ατς πάρχει καθάρσεως φαιρήσεις ατο τν φυλακν κασφραγῖ­δα; ἀλλ᾿ φαιρες τν σφραγδα; μηδ᾿ πηρετεν πιτρέψς τ δώρ, μηδ᾿ ν ατ τινὰς τελεσιουργεν, να σε γυμνος  σς ερες νδιαπρέπων νόμασι τς ατς ατ χοροστασίας κορυφαον δείξ κα πίσκοπον.
[10] Ἀλλ γρ οχ μόνον ες τατα παρανομεν ξηνέχθησαν, λλ καὶ ε τις κακν στι κορωνίς, ες ταύτην νέδραμον. πρς γάρ τοι τος ερη­μένοιςτοπήμασι κα τ ερν κα γι­ον σύμβολον,  πσι τος συνοδικος κα οκου­μενικος ψηφίσμασιν μαχον ἔχει τν σχύν, νό­θοις λογισμος κα παρεγγράπτοις λόγοις κα θράσους περβολ κιβδηλεύειν πεχείρησαν, ὢ τν τοπονηρο μηχανημάτων! τ πνεμα τ γιον οκ κ το πατρς μόνον λλά γε κα κ το υο κπο­ρεύεσθαι κοινολογήσαντες. [11] τίς ποτε τοιαύτην παρ τν πώποτε σεβησάντων φωνν κουσε αγεσαν; ποος σκολις φις ες τς κείνων καρδίας τοτο ρεύξατο;τίς λως νάσχοιτο τν ν χριστιανος τελούντων π τςγίας τριάδος δύο εσάγειν ατια, υο μν κα πνεύματος τν πατέρα, το πνεύματος δ πάλιν τν υόν, κα ες διθεΐαν τὴν μοναρχίαν λύειν, κα μηδν ττον τς λληνικς μυθολογίας τν τν χριστιανν σπαράττειν θεολογίαν κα τςπερουσίου κα μοναρχικς τριάδος ξυβρίζειν τ ξίωμα; [12] δι τί δ κα κπορευθείη <ἐκ> το υο τ πνεμα; ε γρ  κ το πατρςκπόρευσις τελεία (τελεία δ τι θες τέλειος κ θεο τελείου), τίς  κ το υοκπόρευσις; κα διατί; περιττν γρ ν εη τοτο κα μάταιον.
[13] Ἔτι δέ, ε κπορεύεται <ἐκ> το υο τ πνεμα ὥς περ κ πατρός, τί μ κα υἰὸς κ το πνεύματος γεννται ὥς περ κ πατρός; να εη πάντα τος σεβοσινσεβ, κα α γνμαι κα τ ήμα­τα, κα μηδν ατος τόλμητον πολίποιτο. [14] σκόπει δ κκενο. ε γρ ν  ἐκ το πατρς κπορεύεται τ πνεμα,  διότηςπιγινώσκε­ται ατοσαύτως δ κα ν  γεννται  υἱός,  το υοῦ, κπορεύεται δέ,ς  κείνων λρος, κα τ πνεμα κ το υο, πλείοσιν ρα διότησι δια­στέλ­λεται τπνεμα το πατρς ἤ περ  υός· κοινν μν γρ πατρ κα υἱῷ  ξ ατν τοπνεύματος πρόοδος, δία δ το πνεύματος  τε κ το πατρς κπόρευσις κα μν κα κ το υο. ε δ πλείοσι διαφορας διαστέλλεται τ πνεμα περ  υός, γγυτέρω ἂν εη τς πατρικς οσίας  υἱὸς ἥπερ τ πνεμα· κα οτως  Μακεδονίου πάλιν καττο πνεύμα­τος παρακύψει τόλμα, τ κείνων ποδυομένη δρμα κα τν σκηνήν. [15] ἄλλως τε δὲ ε πάντα τ κοιν πατρς κα υο κα το πνεύματος πάντως πάρχει κοινά, ς τ θεός, τ βασιλεύς, τ δημιουργός, τ παντοκράτωρ, τ περούσιον, τπλον, τ σχημάτιστον, τ σώματον, τ όρατον, πλς τ λλα πάντα, κοινν δπατρς κα υο  το πνεύματος ξ αὐ­τν πρόοδος, κα ξ αυτο ρακπορευθήσεται τ πνεμα· κα ρχ σται ατ αυτο κα ατιον μα κα ατιατόν. περ οδ ο τν λλή­νων μθοι νεπλάσαντο. ἀλλ κα ε μόνου πνεύματός στι τ εςρχς ναφέρεσθαι διαφόρους, πς οκ στι μόνου πνεύματος τ πολύαρχον χεινρχήν;
[16] Ἔτι δέ, ε ν ος πατρ κα υἱῷ κοινωνίαν καινούργησαν, τ πνεμα τούτοιςποτειχίζουσι, πατρ δ κατ᾿ οσίαν υἱῷ λλ᾿ ο κατά τι τν διωμάτων ες κοινωνίαν συνάπτεται, τς κατ᾿ οσίαν ρα συγγε­νεί­ας τ Πνεμα περιορίζουσιν. ὁρς ς μάτην οτοι, μλλον δ᾿ ες πρόχει­ρον θήραν τν πολλν, τ τν χρι­στιανν αυτος πέθεσαν νομα; «ἐκπορεύεται τπνεῦ­μα ἐκ το υοῦ». πόθεν κουσας τοτο; ἐκ ποίων εαγγελιστν τν φω­νν χεις ταύτην; ποίας συνόδου τ βλάσφημον τοτο ῥῆμα; ὁ Κύριος κα θες μν φησι· «Τπνεμα, ὃ παρὰ το πατρς κπορεύεται». ο δ τς καινς ταύτης δυσσεβείας πατέρες «Τ πνεμα», φασίν, «ὃ παρ το υο κπορεύεται». τίς ο κλείσει τ τα πρς τνπερβολν τς βλασφημίας ταύτης; ατη κατ τν εαγγελίων σταται, πρς τςγίας παρατάσσε­ται συνόδους, τος μακαρίους κα γίους παραγράφεται πατέρας, τν μέ­γαν θανάσιον, τν ν θεολογί περιβόητον Γρηγόριον, τν βασίλειον τς ἐκκλησίας στήλην τν μέγαν Βασίλειον, τ χρυσον τς οκουμένης στόμα τ τς σοφίας πέλαγος τν ς ληθς Χρυσόστομον· κα τί λέγω τν δενα  τν δενα; κατπάντων μο τν γίων προφητν, ποστόλων, εραρ­χν, μαρτύρων, κα ατν τν δεσποτικν φωνν  βλάσφημος ατη κα θεομάχος φων ξοπλίζεται.
[17] «Τ πνεμα ἐκ το υο κπορεύεται». πότερον, τν ατν κπό­ρευ­σιν ἢ τς πατρας ντίθετον; ε μν γρ τν ατήν, πς ο κοινονται α διότητες, ας καμόναις  τρις τρις εναι κα προσκυνεσθαι χαρα­κτη­ρίζεται; ε δ κείνης ντίθετον, πς μν ο Μάνεντες κα Μαρκίωνες τ ήματι τούτ προκύπτουσι, τν θεομάχον πάλιν κατ το πατρς κα το υο γλσσαν προτείνοντες; [18] πρς δέ γε τος ερημένοις, ε κ το πατρς μν  υἱὸς γεγέννηται, τ δ πνεμα κ το πατρς κα τουο κπορεύεται, ς ες δύο ατίας ναφερόμενον, οδ τ σύνθετον εναι δια­δράσειεν. [19] ἔτι δέ, ε κ το πατρς  υἱὸς γεγέννηται, τ δ πνεμα κ το πατρς κα το υοκπορεύεται, τίς  καινοτομία το πνεύματος, μ κα τερόν τι ατο κπεπορεσθαι;ὡς συνάγεσθαι κατ τν κείνων θεομάχων γνώμην μτρεςλλ τέσσα­ρας τς ποστάσεις, μλλον δ πεί­ρους, τς τετάρτης ατος λλην προβαλλούσης, κκείνης πάλιν τέραν, μέχρις ν ες τνλληνικν πολυπληθίαν κπέσωσι. [20] πρς δέ γε τος ερημένοις κκενο ν τιςπισκοπήσειεν, ς εἴ περ  το πνεύματος κ το πατρς πρόοδος ες παρξιν συντελε, τί συνοίσει τ πνεύματι  κ το υο κπόρευσις, τς πατρικς ρκούσης εςπαρξιν; ο γάρ τις ες τερόν τι τν περ τν οσίαν συντελεν κατατολμήσειε λέγειν, πάσης διπλόης κα συνθέσεως τς μακαρίας κα θείας κείνης φύσεως ς πωτάτω κειμένης.
[21] Χωρς δ τν ερημένων, ε πν ὅ περ μή στι κοινν τς παντο­κρατορικς καμοουσίου κα περφυος τριάδος νός στι μόνου τν τριν, οκ στι δ  τοπνεύματος προβολ κοινν τν τριν, νς ρα στ μόνου τν τριν. πότερον ον, κ το πατρς φήσουσιν κπορεύε­σθαι τ πνεμα; κα πς οκ ξομόσονται τν φίλην ατος κα καινν μυσταγωγίαν; ε δὲ κ το υο, τί μὴ κατ᾿ ρχς θάρρησαν ατνλην κκαλύψαι τν θεομαχίαν; ὥστε ο μόνον τν υἱὸν ες τν το πνεύματος προβολν γκαθιστσιν, λλ κα το πατρς ταύτην φαιρονται. [22] ος κόλουθον δήπου κα τν γέννησιν τ προβολ συμμετατιθέντας μηδ τν υἱὸν κ το πατρὸςλλ τν πατέρα τερατολογεν κ το υο γεγεννῆ­σθαι, να μ τν δυσσεβούντων μόνον λλ κα τν μαινομένων σι πρω­τοστάται. ὅρα δ κντεθεν κατάφωρον ατν τ δυσσεβς κα νόητον δεικνύμενον βούλημα. ἐπε γρ παν  θεωρεται καλέγεται ν τ πανα­γί κα μοφυε κα περουσί τριάδι ἢ κοινόν στι πάντων  νς κα μόνου τν τριν,  δ το πνεύματος προβολ οτε κοινόν στιν, λλ᾿ οδ᾿, ς αὐτοί φασιν, νς κα μόνου τινός (λεως δ μν εη, κα ες τς κεί­νων τρέποιτο τβλάσφημον κεφαλάς), οκ ρα λως στν ν τ ζωαρχικ κα παντελεί τριάδι  τοπνεύματος προβολή. [23] κα μυρία ν τις τν θεον ατν γνώμην διελέγχων τος ερημένοις πιμετρήσειεν,  τς πιστολς  νόμος οκ ἐᾷ νν ντάττειν οδπαρατίθεσθαι. δι᾿ ὃ καὶ ἅ περ ερηται στοιχειωδς τε κα ν τύπ πηγγέλθησαν, τν κατ μέρος λέγχων κα τς ν πλάτει διδασκαλίας, Θεο διδόντος, ες τν κοινν ταμιευομένων συνέλευσιν.
[24] Ταύτην τν σέβειαν ο το σκότους κενοι πί­σκοποι(πισκόπους γὰρ αυτος πεφήμιζον) μετ τν λλων θεμί­των <ες τ τν> Βουλγάρων θνος νέσπει­ραν. ἦλθεν  τούτων φήμη ες τς μετέρας κοάς. ἐπλήγημεν δι μέσων τν σπλάγχνων καιρίαν πλη­γήν, ς ε τις τ κγονα τς κοιλίας ατο κατ᾿ φθαλμος δοι π ἑρπε­τν κα θηρίων σπαρασσόμενά τε καδιασπώμενα. κα γὰρ ος κόποι κα πόνοι κα δρτες ες τν κείνων ναγέννησίν τε κα τελείωσιν κατεβλή­θησαν, ναλόγως ατος συμπεσεν φόρητον τν λύπην κατὴν συμφορὰν τν γεννημάτων παραπολλυμένων ξεγένετο. οὕτω γρ θρηνήσαμενπ τ συνενεχθέντι παθήματι, σον χαρς πληρώθημεν τς παλαις πλάνηςπαλλαγέντας ατος θεασάμενοι. ἀλλ᾿ κείνους μν θρηνήσαμέν τε κα θρηνομεν, κα νορθωθναι το πτώματος, ο δώσομεν τος φθαλμος μν πνον οδ τος βλεφάροις νυσταγμόν, ως ν ατος ες τ το Κυρίου κατ τ δυνατν μν εσελάσωμεν σκήνωμα. [25] τος δ νέους τς ποστασίας προδρόμους, τος θεραπευ­τς το ντικειμένου, τος μυ­ρίωννόχους θανάτων, τος κοινος λυμενας, τος τ παλν κενο κανεοσύστατον εἰς τν εσέβειαν θνος τοσούτοις κα τηλικούτοις σπαραγ­μος διασπαράξαντας, τούτους τος πατενας κα θεομάχους συνοδικ κα θεί κατεκρίναμεν ψήφ, ο νν ατν τν πόφασιν καθορίζοντες, λλ᾿ κ τν δη συνόδων κα ποστολικν θεσμν τν προ­ωρισμένην ατος καταδίκην πεκφαίνοντες κα πσι ποιοντες πίδηλον. πέφυκε γρ τνθρώπινον οχ οτω τας παρελθούσαις τιμωρίαις σφα­λίζεσθαι, ς τας ρωμέναις σωφρονίζεσθαι· κα τν φθασάντων πάρχει βεβαίωσις  τν νεστηκότων συμφώνησις.
[26] Δι᾿ ὃ τούτους πιμένοντας ατν τ πολυ­τρόπ πλάνπάσης γέλης χριστιανν κκηρύ­κτους ποιησάμεθα. κα γρ τν γίων ἀποστόλων τέταρτος κα ξηκοστς κανν τος ν τος σάββασι νηστείαν πιτηδεύοντας δέ πως πορραπίζων φησίν· Ε τις κληρικς ερεθείη τν κυριακν μέραν νηστεύων  τ σάββατον, πλν το νς μόνου, καθαιρείσθω· ε δ λαϊκς εη, φοριζέσθω. κα δ κα  τς γίας κα οκουμενικςκτης συνόδου πέμπτος κα πεντηκοστς κανὼν οτω πως ποφαινόμενος· πειδμεμαθήκαμεν τος ν τ ωμαίων πόλει ν τας γίαις τς τεσσαρακοστς νηστείαις τος ταύτης σάββασι νηστεύειν παρ τν παραδοθεσαν κκλησιαστικν κολουθίαν, δοξε τγί συν­όδστε κρατεν κα π τν ωμαίων κκλησίαν παρασαλεύτως τν κανόνα τν λέγοντα· Ε τις κληρικς ερεθ τ γί κυριακ νηστεύων  τ σάββατον, πλν τονς κα μόνου, καθαιρείσθω· ε δ λαϊκς εη, φοριζέσθω.
[27] λλά γε δ κα  τς ν Γάγγρ συνόδου περ τν τν γάμον βδε­λυσσομένων κανν τέταρτος τατά φησιν· Ε τις διακρίνοιτο παρ πρε­σβυτέρου γεγαμηκότος, ς μχρναι, λειτουργήσαντος ατο προσφο­ρς μεταλαμβάνειν, νάθεμα στω. [28] ὡσαύτως δ ψφον μόφωνον φέρει κατ᾿ ατν κα  κτη σύνοδος, τοτον ναγράφουσα τν τρόπον· πειδ ν τ ῾Ρωμαίων κκλησί ν τάξει κανόνος παραδεδόσθαι διέγνω­μεν, τος μέλλοντας διακόνου  πρεσβυτέρου ξιοσθαι χειροτο­νίας κα­θομολογεν ς οκέτι τας ατν συνάπτονται γαμετας, μεῖς, τ ρ­χαί ξακολουθοντες κανόνι τςποστολικς κριβείας κα τάξεως, τ τν ερν νδρν κατ νόμους συνοικέσια καπ το νν ρρσθαι βου­λόμεθα, μηδαμς ατν τν πρς γαμετς συνάφειαν διαλύοντες  ποστεροντες ατος τς πρς λλήλους κατ καιρν τν προσήκονταμιλίας. ὥστε ε τις ξιος ερεθείη πρς χειροτονίαν διακόνου  ποδι­ακόνου, οτος μηδαμς κωλυέσθω π τν τοιοτον βαθμν μβιβάζε­σθαι γαμετ συνοικν νομίμῳ, μήτε μν ν τ τς χειροτονίας καιρ παιτείσθω μολογεν ς ποστήσεται τς νομίμου πρς τν οκείαν γαμετν μιλίας, να μ ντεθεν τν κ θεο νομοθετηθέντα κα ελογη­θέντα τ ατο παρουσί γάμον καθυβρίζειν κβιασθμεν, τς το εὐ­αγγελίου φωνς ἐβοώσης· «Ος  Θες ζευξεν νθρωπος μ χωριζέτω», κα τοποστόλου διδάσκοντος «τίμιον τν γάμον ν πσι κα τν κοίτην μίαντον», κα «Δέδεσαι γυναικί; μ ζήτει λύσιν». ε τις ον τολ­μήσει, παρ τος ποστολικος κανόνας κινούμενος, τιν τν ερωμέ­νων, πρεσβύτερόν φαμεν  διάκονον  ποδιάκονον,ποστερεν τς πρς τν νόμιμον γυνακα συναφείας τε κα κοινωνίας, καθαιρείσθω. ὡσαύτως κα ε τις πρεσβύτερος  διάκονος τν ατο γυνακα προφά­σει ελαβείαςκβάλλει, φοριζέσθω· πιμένων δέ, καθαιρείσθω.
[29] Ἡ δ κατάλυσις τς πρώτης βδομάδος κα  ναμυρισμς τν δη βεβαπτισμένων κα μεμυρισμένων οδ κανόνων, ομαι, δεήσεται ες κατάγνωσιν, ατόθεν κα μόνης τς διηγήσεως πσαν περβολν κνικώσης δυσσεβήματος. ο μνλλ κα  κατ το πνεύματος, μλλον δ καθ᾿ λης τς γίας τριάδος, περβολν ολείπουσα βλασφημία, κἂν μηδν τερον εη τν προειρημένων τετολμημένον, ξαρκεκα μόνη μυρίοις αὐ­τος παγαγεν ναθέμασι.
[30] Τούτων τν γνσιν κα εἴδησιν κατ τ παλαιὸν τς ἐκκλησίας θοςνενεγκεν τ μετέρ ν Κυρί δελφότητι δικαι­ώσαμεν κα προ­θύμους κα συναγωνιστς γενέσθαι π τ καθαι­ρέσει τν δυσσεβν τούτων κα θέων κεφαλαίων παρακινομέν τε κα δεόμεθα· κα μλιπεν τν πατραν τάξιν, ν μς ο πρόγονοι, δι᾿ ν πραξαν, κατέχειν παραδεδώκασιν, ἀλλ σπουδ πολλ κα προθυμί νθ᾿ μν τοποτηρητάς τιναςλέσθαι κα ποστελαι, ν­δρας τ μέτερον πέχοντας πρόσωπον, εσεβεί καερωσύν κα λόγ κα βί κεκοσμημένους, ς ν τν ρτιφαν τςσεβείας ταύτης φερπύ­σασαν γάγγραιναν κ μέσου τς ἐκκλησίας ποιησώμεθα, κα τος κμανέντας τοσαύτην πισπορν πονηρίας ες τνεοπαγς κα νεοσύστατον θνος εσενεγκεν ατας νασπᾶσαι ίζαις, κα τπυρ παραδοναι δι τς κοινς ποφάσε­ως,  τος κατηραμένους ποδέχεσθαι τ κυρια­κ θεσπίζουσι λόγια. [31] οτω γρ τς μν σεβείας λαυνομέ­νης κα τς εσεβείας κραταιουμένης,λπίδας χομεν γαθς ες τν πα­ραδοθεσαν ατος παναστρέψαι πίστιν κα τνεοκατήχητον ες Χριστν κα νεοφώτιστον τν Βουλγάρων πλήρωμα. κα γρ ομόνον τ θνος τοτο τν ες Χριστν πίστιν τς προτέρας σεβείας λλάξατο, λλά γε δ κα τ παρ πολλος πολλάκις θρυλούμενον κα ες μότητα κα μιαιφο­νίαν πάντας δευτέρους ταττόμενον, τοτο δ τ καλούμενον Τορς, οἳ δ κα κατ τςωμαϊκς ρχς τος πέριξ ατν δουλωσάμενοι κκεθεν πέρογκα φρονηματισθέντες, χεραν ντραν. ἀλλ᾿ μως νν κα οτοι τν τν χριστιανν καθαρν κα κίβδηλον θρησκείαν τς λληνικς κα θέου δόξης, ν  κατείχοντο πρότερον, ντηλλάξαντο, ν πηκόων αυτος κα προξένων τάξει, ντ τς πρμικρο καθ μν λεηλασίας κα το μεγά­λου τολμήματος γαπητςγκαταστήσαντες. κα π τοσοτον ατος  τς πίστεως πόθος κα ζλος νέφλεξε –Παλος πάλιν βο· Ελογητς  θες ες τος αἰῶνας–, στε κα πίσκοπον κα ποιμένα δέξασθαι κα τ τν χριστιανν θρησκεύματα δι πολλς σπουδς κα πιμελείαςσπάζε­σθαι.
[32] Τούτων ον οτω τ το φιλανθρώπου θεο χάριτι, το πάντας νθρώπους θέλοντος σωθναι κα ες πίγνωσιν ληθείας λθεν, τν πα­λαιν ατος δοξασμάτων μετατιθεμένων κα τν ελικριν τν χριστιανν πίστιν κείνωνλλασσομένων, ε διανασταίη κα  μετέρα δελφό­της συμπροθυμηθναι κασυγκατεργάσασθαι ες τν κκοπν κα κασιν τν παραφυάδων ν Κυρί ησοΧριστ τ ληθιν θε μν, πεποι­θότες σμὲν τι τ ποίμνιον ατο π πλέον τι μλλον αξηθήσεται κα πληρωθήσεται τ ερημένον τι «Εδήσουσί με πάντες πμικρο ως μεγάλου ατν», καὶ «Ες πσαν τν γν ξλθεν  φθόγγος» τν πο­στολικν διδαγμάτων «κα ες τ πέρατα τς οκουμένης τ ήματα αὐ­τν». [33] δεον τοὺς παρ μν νθ᾿ μν στελλομένους κα τ μέ­τερον ποδυομένους ερν κασιον πρόσωπον τν μετέραν αθεντίαν, ν μες ν πνεύματι γί κληρώσασθεγχειρισθναι, ς ν περί τε τούτων τν κεφαλαίων κα περ τέρων τούτοις παραπλησίων ξ αθεντίας σιν ποστολικο θρόνου κα λέγειν κανο κα πράττεινκώλυτοι.
[34] Κα γρ δ κα π τν τς ταλίας μερν συνοδική τις πιστολ πρς μςναπεφοίτηκεν ρρήτων γκλημάτων γέμουσα· ἅ τινα κατ το οκείου ατνπισκόπου ο τν ταλίαν οκοντες μετ πολλς κατακρί­σεως κα ρκων μυρίων διεπέμψαντο, μ παριδεν ατος οτως οκτρς λλυμένους κα π τηλικαύτης βαρείας πιεζομένους τυραννίδος, κα τος ερατικος νόμους βριζομένους κα πάντας θεσμος ἐκκλησίας νατρεπο­μένους. ἃ κα πάλαι μν δι μοναχν κα πρεσβυτέρωνκεθεν ναδρα­μόντων ες πάντων κος διεφέροντο. [35] Βασίλειος δ᾿ ρα ν καΖωσι­μς Μητροφάνης τε κα σν ατος τεροι, οἳ τὴν τοιαύτην τυραννίδα πω­δύ­ροντο κα πρς κδίκησιν τν κκλησιν ξεκαλοντο δακρύοντες. νν δέ, ς φθην επών, κα γράμματα διάφορα κα κ διαφόρων κεθεν να­πεφοίτηκε τραγδίας πάσης καμυρίων θρήνων γέμοντα. ὧν τ σα κατ τν κείνων ξίωσίν τε κα ξαίτησιν (καγρ ες πάντας τος ρχιε­ρατικος κα ποστολικος θρόνους διαδοθναι τατα μετφρικτν ρ­κων κα παρακλήσεων δυσώπησαν), ς ατ κενα παραστήσει ναγινω­σκόμενα.
[36] Τδε μν τ γραμματί νετάξαμεν, να κα περ τούτων, τς γίας καοκουμενικς ν Κυρί συνόδου θροιζομένης, τ τ θε κα τος συνοδικος κανόσι δοκοντα ψήφ βεβαιωθείη κοιν κα ερήνη βα­θεα τς το Χριστο κκλησίας καταλήψοιτο. κα γρ ο μόνον τν με­τέραν μακαριότητα π τοτο προκαλούμεθα,λλά γε δ κα τν λλων ρχιερατικν κα ποστολικν θρόνων ο μν δη καπάρεισιν, ο δ ο μετ πολν χρόνον παρεναί εσι προσδόκιμοι. μ ον  μετέρα ν Κυρί δελφότης ναβολ τινι κα παρατάσει χρόνου τος δελφος ατς δια­τρίβεινπρ τ δέον ποιήσ, γινώσκουσα ς ε τι παρ τν ατς στέρη­σιν ο κατ τ δέονλλιπές τι διαπραχθείη, οχ τερός τις λλ᾿ ες αυτν ατ τ κατάκριμαπισπάσαιτο.
[37] Κα τοτο δ προστεθναι χρεν τος γράμμασιν γησάμεθα, να τν γίαν κα οκουμενικν βδόμην Σύνοδον τας γίαις κα οκουμενικας ξ Συνόδοις συντάττειν κα συναριθμεν παντ τ φ᾿ μς τς ἐκκλησίας παραδοθείη πληρώματι. φήμη γρ κεν ες μς ς τινες τν π τν πο­στολικν μν θρόνον κκλησίαι, μέχρι τς κτης τς οκουμενικὰς ριθμοσαι συνόδους, τν βδόμην οκ σασιν. ἀλλτ μν ν ατ κυ­ρωθέντα, εἴ περ τι λλο, δι σπουδς κα σεβασμιότητος γουσιν, ατν δ᾿ νακηρύττειν π τς ἐκκλησίας ὥς περ κα τς λλας οπω τυχονπιγνώσεως, καί τοι τ σον κείναις πανταχο διασζούσης ξίωμα. [38] κα γρ καατη μεγίστην καθελε δυσσέβειαν, συμπαρέδρους ατ κα συμ­ψήφους τος κ τν τεσσάρων κοντας ρχιερατικν θρόνων χουσα. παρν γάρ, ς δλον, π μν τομετέρου ποστολικο θρόνου τς λε­ξανδρείας Θωμς μοναχς πρεσβύτερος κα οσν ατπ δ ᾿Ιεροσο­λύμων κα ντιοχείας ωάννης κα ο σν ατῷ, κα πό γε τς πρεσβυτέ­ρας ῾Ρώμης Πέτρος  ελαβέστατος πρωτοπρεσβύτερος κα τερος Πέτρος πρεσβύτερος, μοναχς κα γούμενος τς κατ ῾Ρώμην εαγος μονς τογίου Σάββα. κα τούτων πάντων συνεληλυθότων μα τ μετέρ πα­τροθεί καὶγιωτάτ κα τρισμακαρίστ νδρὶ Ταρασί ρχιεπισκόπ Κωνσταντινουπόλεως, μεγάλη κα οκουμενικ βδόμη Σύνοδος συνεκρο­τήθη, τν τν εκονομάχων χριστομάχων θριαμβεύσασα κα καθελοσα δυσσέβειαν. [39] ἧς σως, το βαρβαρικοκα λλοφύλου τν ράβων κα­τασχόντος τς χώρας θνους, οκ γένετο ῥᾷστον τπρακτικ πρς μς διακομισθναι. δι᾿ ν ατίαν παρὰ πολλος τν ατόθι ταύτης αδιατά­ξεις, ε κα τιμνται κα περιέπονται, λλ᾿ ον τι ταύτης εσίν, ς φασιν, οὔκ εσιν ν γνώσει.
[40] Χρ δ᾿ ον κα ταύτην, καθ᾿ ἅ περ φθημεν εἰπόντες, μεγάλην τε κα γίαν καοκουμενικν κα τας πρ ατς ξ συνόδοις συνανακηρύτ­τειν. τ γρ μ οτω διαπράττεσθαι κα ποιεν, πρτον μν δικεν στι τν το Χριστο ἐκκλησίαν, τηλικαύτην περορντας σύνοδον κα τοσούτ μέρει τν σύνδεσμον ατς κα τν συνάφειαν διασπντας κα διαλύοντας· δεύτερον δ κα τν εκονομαχούντων, ν οδν λαττον τν λλων αρε­τικν, ε οδ᾿ τι, μυσάττεσθε τ δυσσέβημα, πλατύνεινστ τ στόματα, οχ οκουμενικ συνόδ τν ατν καθαιρεθναι δυσσέβειαν, λλ᾿νς θρόνου κρίσει τν δίκην πέχειν, πρόφασιν χόντων ες τὸ τερατεύεσθαι. δι᾿ ἅ περπαντα ν τε τος συνοδικος γράμμασι κα ν λλαις πάσαις κκλησιαστικαςστορίαις κα συζητήσεσιν ριθμεν ταύτην κα συγκατα­λέγειν τας γίαις καοκουμενικας ξ συνόδοις, βδόμην μετ κείνας τάττοντας, ξιομέν τε κα ςδελφος δελφο παραινομεν τ πρέπον­τα εσηγούμενοι.
[41] Χριστς δ  ληθινς θες μν,  πρτος κα μέγας ρχιερεύς,  κούσιονπρ μν αυτν καλλιερησάμενος σφάγιον κα τ οκεον αμα λύτρον πρ μν καταθέμενος, δοίη μν τν μετέραν ρχιερατικν κα τιμίαν κεφαλν κρείττω τν κύκλ καθισταμένων βαρβαρικν θνν φθναι, δοίη δ γαληνν κα ρεμονξανύειν τν το βίου δρόμον, δοίη δ τυχεν κα τς νω κληρουχίας νεκλαλήτχαρ κα εφροσύννθα πάντων στν εφραινομένων  κατοικία κα ς πέδραδύνη πσα κα στεναγμς κα κατήφεια, ν ατ Χριστ τ ληθιν θε μν,  δόξα κα τ κράτος ες τος αἰῶνας τν αώνων· μήν.
[42] περευχόμεθα μν κατ χρέος τς πατρικς σιότητος. μεμνῆ­σθαι καατο τς μν μ διαλίποιτε μετριότητος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου